Όχι όμως εκείνη τη φορά. Ανησύχησα λίγο, δεν φαινόταν τόσο χαλαρή εκείνο το πρωί που ετοίμαζα την τσάντα μου και σκέφτηκα "Ωπ, ως εδώ ήταν φίλε μου, αρχίσαν οι γκρίνιες!". Φαινόταν κουρασμένη και χλωμή, σκέφτηκα να μην φύγω προς στιγμήν, αλλά μετά είπα μέσα μου "αν υποχωρήσω μία φορά, θα χάσω το παιχνίδι για πάντα". Έφυγα. Με μισή καρδιά, αλλά έφυγα.
Την βρήκα στο μπάνιο, το επόμενο βράδυ που γύρισα σπίτι. Να τρέμει, να κλαίει και να αιμορραγεί. "Το μωρό μας, Γιώργο. Το μωρό μας!". Ποιό μωρό μας, σάστισα, δεν ήξερα τίποτα. Στο νοσοκομείο λίγο αργότερα, έμαθα. Αποκόλληση πλακούντα, μας είπαν. Δύσκολα τα πράγματα. Έκατσα δίπλα της και μου έσφιξε το χέρι, κλαίγοντας. "Το μωρό μας, Γιώργο. Το μωρό μας!". Στο μυαλό μου συγκεχυμένες σκέψεις, "ποιό μωρό; θα αποκτήσουμε μωρό; αλλά κινδυνεύει; και γω τι να κάνω; πως να βοηθήσω; εκδρομή; θα ξαναπάω; ποιο μωρό; θα αποκτήσουμε μωρό;"
7 μήνες αγωνίας, κλάματα, ακινησία, νεύρα. 7 μήνες που δεν πήγα πουθενά, δουλειά – σπίτι. 7 μήνες που σκεφτόμουν πως την πάτησα άσχημα, πως όλη η ζωή μου από δω και πέρα θα είναι φυλακή, 7 μήνες χωρίς σεξ, χωρίς βόλτες, χωρίς ελευθερία, χωρίς ανάσες. 7 μήνες χρειάστηκαν για να σε αντιπαθήσω, μικρή! Και μια στιγμή μόνο χρειάστηκε, για να μου κλέψεις τη καρδιά.
Έσκασες μύτη νωρίτερα, ήσουν ζαρωμένη, μπλαβισμένη και ζύγιζες ενάμιση κιλό. Θυμήθηκα πως μια φορά μ’ έστειλε η μάνα μου να πάρω ψωμί και μέχρι να γυρίσω σπίτι, το είχα φάει. Ζύγιζε περισσότερο από σένα, μικρή μου μάγισσα.
Σε έβαλαν σε μονάδα εντατικής φροντίδας, μας είπαν πως είναι δύσκολα τα πράγματα. Η Δήμητρα βούλιαξε άλλη μια φορά, όταν σε είδε με χίλια καλώδια πάνω στο κορμάκι σου, να βαριανασαίνεις παλεύοντας για τη ζωή σου. "Το μωρό μας, Γιώργο. Το μωρό μας!". Μου φόρεσαν ιατρική ρόμπα και μάσκα και με άφησαν να μπω στο δωμάτιο που σε είχαν. Με άφησαν να σ’ αγγίξω. Και τότε, το ενάμιση κιλό γατάκι, που πάλευε μόνο του με τον χάρο στις πρώτες ανάσες της ζωής του, άρπαξε το δάχτυλο μου! Το έσφιξε γερά και δεν το άφηνε. Και τότε ένιωσα την καρδιά μου να κατεβαίνει εκεί, να χτυπάει στον δείκτη του χεριού μου, που μία παλαμίτσα λίγων γραμμαρίων είχε γραπώσει σαν να μην υπάρχει αύριο. Και έτσι, πέρασε ένας αιώνας. 26 χρόνια.
Ακουμπάς το κεφάλι σου στο πέτο μου. Έχω το ένα μου χέρι στη μέση σου και με το άλλο σου κρατάω το χέρι. Τα αυτιά μου ακούν το Save The Last Dance For Me και τα μάτια μου βλέπουν την Δήμητρα, να σχηματίζει με τα χείλια της "Το μωρό μας, Γιώργο. Το μωρό μας!" με δάκρυα ευτυχίας να κυλούν στα μάγουλα της. Το σώμα μου είναι εκεί, στο τραπέζι του γάμου σου, στην πίστα που χορεύουμε το δεύτερο χορό σου ως παντρεμένη, με τόσους ανθρώπους γύρω μας. Το σώμα μου είναι εκεί. Μόνο. Το μυαλό μου όχι.
Ενάμιση κιλό ανθρωπάκος. Με γροθιά από ατσάλι, έσφιξε το δάχτυλο μου και το συνέτριψε. Μαζί με κάθε μου δισταγμό, κάθε αμφιβολία μου, κάθε τάση φυγής που είχα μέχρι τότε. Ενάμιση κιλό μάγισσα. Που με έχρισε ακοίμητο φρουρό πλάι της. Για τότε. Και για πάντα. Ακουμπάει το κεφάλι της στο στήθος μου και χορεύει μαζί μου. Ίσως φύγω ένα διήμερο, όταν τελειώσει ο γάμος. Έχω πολύ καιρό να πάω κάπου μόνος μου. 27 χρόνια. Αν θα το κάνω, θα το κάνω μόνο και μόνο για να εισπράξω ένα πονηρό χαμόγελο και υποσχέσεις γλυκιάς "εκδίκησης" όταν επιστρέψω.
Νομίζω το δικαιούμαι.
Χορηγός άρθρου: Panos Rekouniotis Wedding Photography – Φωτογραφία γάμου